μικροαπατεώνας

μικροαπατεώνας
ο
αυτός που επιδίδεται σε μικροαπάτες, σε απάτες που οι συνέπειές τους δεν είναι και τόσο σημαντικές.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • μικρ(ο)- — (ΑΜ μικρ[ο]) τύπος «σύνθετου υποκοριστικού» (πρβλ. λιγο , χαμο , υπο κ.ά.) που ανάγεται στο επίθ. μικρός*. Δηλώνει σμίκρυνση ή υποκορισμό τής σημ. τού β συνθετικού, ενώ χρησιμοποιείται και για να προσδώσει μειωτική σημ. στο β συνθετικό (πρβλ.… …   Dictionary of Greek

  • μπαγαποντάκος — και μπαγαμποντάκος και βαγαποντάκος, ο [μπαγαπόντης] μικροκατεργάρης, μικροαπατεώνας …   Dictionary of Greek

  • λωποδύτης — ο θηλ. ύτρια ο μικροκλέφτης, ο μικροαπατεώνας: Δεν ψωνίζω ποτέ από αυτόν το λωποδύτη …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”